Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2020

Angela Nagle Η αριστερά ενάντια στα ανοικτά σύνορα Α' μέρος

ΠηγήResPublica.gr

Μετάφραση :Γιώργος Κουτσαντώνης και Μιχάλης Θεοδοσιάδης

Το άρθρο αρχικά δημοσιεύθηκε στο American Affairs Volume, Τόμος 2, Αριθμός 4 (2018): 17-30.(Βλ.The Left Case against Open Borders).

Πριν το ''Να χτιστεί τείχος!'' υπήρχε το ''Να γκρεμιστεί το τείχος!'', ο Ρόναλντ Ρήγκαν στην περίφημη ομιλία του το 1987, ζήτησε να αφαιρεθεί η ''πληγή'' του Τείχους του Βερολίνου, επιμένοντας ότι ο προσβλητικός αυτός περιορισμός της μετακίνησης ήταν, στην πραγματικότητα, μία ''πληγή στην ελευθερία όλων των ανθρώπων του πλανήτη''. Σε κάποια φάση μάλιστα δήλωσε τα εξής: όσοι ''αρνούνται να ενταχθούν στην κοινότητα της ελευθερίας'' θα ''καταστούν παρωχημένοι'' εξαιτίας της ακαταμάχητης ισχύος της παγκόσμιας αγοράς. Και όντως έτσι έγινε! Για τον εορτασμό, ο Leonard Bernstein σκηνοθέτησε το ''Ωδή στη χαρά'' και ο Roger Waters έπαιξε το ''The Wall''. Τα σύνορα στην εργασία και στο κεφάλαιο έπεσαν, σε όλο τον κόσμο ανακηρύχθηκε το τέλος της ιστορίας. Ακολούθησαν οι δεκαετίες της παγκοσμιοποίησης υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ.

Στα 29 χρόνια της ύπαρξης του Τείχους του Βερολίνου περίπου 140 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους προσπαθώντας να το διασχίσουν. Στον πολλά υποσχόμενο κόσμο της παγκόσμιας οικονομικής ελευθερίας και ευημερίας, 412 άτομα έχασαν την ζωή τους στα σύνορα μεταξύ ΗΠΑ και Μεξικού, μόνο πέρσι, και περισσότεροι από 3000 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους τον προηγούμενο χρόνο στην Μεσόγειο. Βέβαια, εδώ δεν θα ακούσουμε πουθενά ποπ τραγούδια για την ελευθερία, μήτε ταινίες του Χόλυγουντ. Τι πραγματικά πήγε στραβά;


Δίχως αμφιβολία, το έργο του Ρήγκαν δεν τελείωσε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Τόσο ο ίδιος, όσο και οι διάδοχοί του -και από τα δύο μεγάλα κόμματα- χρησιμοποίησαν παρόμοια ρητορική θριαμβολογίας. Στόχευαν να υπονομεύσουν την ισχύ των συνδικάτων, προωθώντας την απορρύθμιση των τραπεζών, την επέκταση των εξωτερικών αναθέσεων(outsourcing) και την παγκοσμιοποίηση των αγορών μακριά από το νεκρό βάρος των εθνικών οικονομικών συμφερόντων. Κεντρικό στοιχείο αυτού του σχεδιασμού ήταν η νεοφιλελεύθερη επίθεση κατά των εθνικών συνόρων τα οποία έθεταν εμπόδια στην προσέλευση εργατικού δυναμικού και κεφαλαίου. Στις ΗΠΑ, ο Ρήγκαν επέβλεψε επίσης μία από τις σημαντικότερες μεταναστευτικές μεταρρυθμίσεις στην Αμερικάνικη ιστορία, την ''Αμνηστία Ρήγκαν'' του 1986 που επέκτεινε την αγορά εργασίας επιτρέποντας σε εκατομμύρια παράνομους μετανάστες να αποκτήσουν ένα νομικό καθεστώς.

Λαϊκά κινήματα που απέρριπταν διάφορες πτυχές αυτού του μετα-ψυχροπολεμικού, οράματος γεννήθηκαν αρχικά από την Αριστερά, με την μορφή κινημάτων κατά της παγκοσμιοποίησης, και αργότερα με το Occupy Wall Street. Ωστόσο, ελλείψει διαπραγματευτικής ισχύος, ώστε να αμφισβητηθεί το διεθνές κεφάλαιο, αυτά τα κινήματα διαμαρτυρίας δεν πήγαν πουθενά. Το παγκοσμιοποιημένο και χρηματιστικοποιημένο οικονομικό σύστημα διατηρήθηκε σταθερό παρά τις τεράστιες καταστροφές που προκάλεσε, ακόμα και μέσα στην οικονομική κρίση του 2008.

Σήμερα, μακράν το πιο ορατό κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης παίρνει την μορφή μιας σπασμωδικής αντι-μεταναστευτικής τάσης με επικεφαλής τον Ντόναλντ Τράμπ και άλλους ''λαϊκιστές''. Η Αριστερά, εν τω μεταξύ, φαίνεται να μην έχει άλλη επιλογή πέρα από την οπισθοχώρηση, εκφράζοντας παράλληλα τον αποτροπιασμό της απέναντι στην ''Μουσουλμανική Απαγόρευση''του Τράμπ και στις ιστορίες των ειδήσεων σχετικά με τα Τελωνεία(ICE) που κυνηγούν τις οικογένειες των μεταναστών. Η Αριστερά μπορεί να αντιδράσει μόνο σε ότι κάνει ο Τράμπ. Αν ο Τράμπ είναι υπέρ του ελέγχου της μετανάστευσης, τότε η Αριστερά θα απαιτήσει το αντίθετο. Και έτσι σήμερα η κουβέντα περί ''ανοιχτών συνόρων'' έχει περάσει στον κυρίαρχο φιλελεύθερο λόγο, όταν προηγουμένως ήταν αποκλειστικότητα ορισμένων μόνο ριζοσπαστικών δεξαμενών σκέψης(think tank) υπέρ των ελεύθερων αγορών και σε ορισμένους ελευθεριακούς/αναρχικούς κύκλους.

Αν και κανένα σοβαρό πολιτικό κόμμα της Αριστεράς δεν προσφέρει συγκεκριμένες προτάσεις για μια κοινωνία πραγματικά χωρίς σύνορα, αγκαλιάζοντας τα ηθικά επιχειρήματα της Αριστεράς των ανοικτών συνόρων και τα οικονομικά επιχειρήματα των δεξαμενών σκέψης της ελεύθερης αγοράς, η Αριστερά έχει στριμωχτεί στην γωνία. Αν ''κανένας άνθρωπος δεν είναι παράνομος!'', όπως λέγεται στις διαμαρτυρίες, η Αριστερά δέχεται, σιωπηρά, την ηθική υπόθεση να μην υπάρχει κανένα σύνορο ή εθνική κυριαρχία. Αλλά ποιες είναι η επιπτώσεις που θα έχει η απεριόριστη μετανάστευση σε θέματα όπως η καθολική δημόσια υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση, ή η εγγύηση(ομοσπονδιακή στις ΗΠΑ) των θέσεων εργασίας; Και πως οι προοδευτικοί θα εξηγήσουν πειστικά αυτούς τους στόχους στο κοινό;

Κατά την διάρκεια της πρώτης προεκλογικής εκστρατείας του Δημοκρατικού Κόμματος το 2016, όταν ο συντάκτης του Vox, Ezra Klein πρότεινε πολιτικές ανοικτών συνόρων στον Bernie Sanders, ο γερουσιαστής έδειξε ότι είναι παλιάς κοπής όταν απάντησε: ''Ανοιχτά σύνορα; Όχι. Αυτή είναι μια πρόταση των αδελφών Koch''[1]. Εκείνη την στιγμή κάτι μπερδεύτηκε στο επίσημο αφήγημα και ο Sanders κατηγορήθηκε άμεσα ότι ''μιλάει όπως ο Τράμπ''. Ωστόσο, πέρα από τις γενεαλογικές διαφορές, που αποκαλύφθηκαν σε αυτή την κουβέντα, το θέμα είναι σαφώς μεγαλύτερο. Η καταστροφή και εγκατάλειψη της εργατικής πολιτικής σημαίνει ότι επί του παρόντος τα ζητήματα μετανάστευσης μπορούν να διαδραματίσουν ένα ρόλο μόνο μέσα στο πλαίσιο ενός πολιτισμικού πολέμου, που διεξάγεται εξ ολοκλήρου στο ηθικό πεδίο. Στα έντονα συναισθήματα, που κυριαρχούν στον αμερικανικό δημόσιο διάλογο για τη μετανάστευση, επικρατεί μία απλή ηθική και πολιτική διχοτόμηση. Είναι γνώρισμα της ''δεξιάς πτέρυγας''να είναι ''κατά της μετανάστευσης'' και της ''αριστερής-πτέρυγας'' να είναι ''υπέρ της μετανάστευσης''. Αλλά τα οικονομικά της μετανάστευσης λένε μία διαφορετική ιστορία.

Οι χρήσιμοι ηλίθιοι

Η μετατροπή των ανοικτών συνόρων σε θέση της ''Αριστεράς'' είναι ένα πολύ νέο φαινόμενο και αντιτίθεται στην ιστορία της οργανωμένης Αριστεράς για θεμελιώδεις λόγους. Τα ανοιχτά σύνορα είναι εδώ και καιρό το σύνθημα των επιχειρήσεων και της ελεύθερης αγοράς. Ορμώμενοι από τους νεοκλασικούς οικονομολόγους, οι ομάδες αυτές υποστήριξαν την απελευθέρωση της μετανάστευσης με βάση την ορθολογική αγορά και την οικονομική ελευθερία. Αντιτίθεται στα όρια μετανάστευσης για τους ίδιους λόγους που αντιτίθεται στους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων. Το ινστιτούτο Cato που ιδρύθηκε από τον Koch, το οποίο υποστηρίζει και την άρση των νομικών περιορισμών στην παιδική εργασία, έχει κάνει σημαία του τη ριζοσπαστική υπεράσπιση των ανοιχτών συνόρων εδώ και δεκαετίες. Επιμένει ότι η στήριξη των ανοιχτών συνόρων αποτελεί θεμελιώδη αρχή του αναρχικού/ελευθεριακού κινήματος. Διατείνεται πως ήρθε η ώρα να ξεχάσουμε το τείχος και να ανοίξουν επιτέλους τα σύνορα των ΗΠΑ[2]. Το ινστιτούτο Adam Smith έκανε το ίδιο πράγμα, υποστηρίζοντας ότι ''οι περιορισμοί στη μετανάστευση μας κάνουν πιο φτωχούς''[3].

Μετά τον Ρήγκαν και άλλοι όπως ο Μίλτον Φρίντμαν, ο Τζωρτζ Μπους υποστήριξαν την απελευθέρωση της μετανάστευσης πριν, κατά την διάρκεια, και μετά την προεδρία του. Ο Grover Norquist, ένας φανατικός υποστηρικτής των φορολογικών περικοπών του Τραμπ (και του Μπους και του Ρηγκαν), έχει εδώ και χρόνια ταχθεί ενάντια στην έλλειψη φιλελευθερισμού στα συνδικάτα, υπενθυμίζοντας μας: ''Η εχθρότητα στην μετανάστευση ήταν παραδοσιακά μια συνδικαλιστική υπόθεση''[4].

Σε αυτό δεν κάνει λάθος. Από τον πρώτο νόμο που περιόριζε τη μετανάστευση το 1882 στον Cezar Chavez και στους διάσημους πολυεθνικούς εργάτες της Ηνωμένης Γεωργικής Εκμετάλλευσης που διαμαρτύρονταν για την χρήση μεταναστών από τους εργοδότες και την ενθάρρυνση της παράνομης μετανάστευσης το 1969, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις είχαν συχνά αντιταχθεί στη μαζική μετανάστευση. Έβλεπαν την σκόπιμη εισαγωγή παράνομων και χαμηλόμισθων εργαζομένων ως μια δύναμη που εξασθενεί την διαπραγματευτική ισχύ του εργατικού δυναμικού και ως μια μορφή εκμετάλλευσης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η δύναμη των συνδικάτων εξαρτάται, εξ ορισμού. από την ικανότητά τους να περιορίζουν ή και να αποσύρουν την προσφορά εργασίας, πράγμα που καθίσταται αδύνατο όταν ένα ολόκληρο εργατικό δυναμικό μπορεί εύκολα, και οικονομικά, να αντικατασταθεί. Τα ανοιχτά σύνορα και η μαζική μετανάστευση είναι μια νίκη των αφεντικών.

Και τα αφεντικά την υποστηρίζουν σχεδόν καθολικά. Η δεξαμενή σκέψης και η ομάδα άσκησης πίεσης του Mark Zuckerberg, με το όνομα Forward, υποστηρίζει την πλήρη απελευθέρωση των μεταναστευτικών πολιτικών, ενώ απαριθμεί μεταξύ των ''ιδρυτών και χρηματοδοτών'' τους Eric Schmidt και Bill Gates, καθώς και διευθύνοντες σύμβουλους και ανώτερα στελέχη του YouTube, Dropox, Airbnb, Netflix, Groupon, Walmart, Yahoo, Lyft, Instagram και πολλούς άλλους. Ο σωρευτικός προσωπικός πλούτος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο αυτό, αρκεί για να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τα περισσότερα κυβερνητικά και θεσμικά όργανα και τα κοινοβούλια, εάν δεν είναι σε θέση να εξαγοράσει εντελώς. Ενώ συχνά πυκνά, από τους προοδευτικούς, πλέκεται το εγκώμιο τους, τα κίνητρα αυτών των ''φιλελεύθερων'' δισεκατομμυριούχων είναι σαφέστατα. Η γενναιοδωρία τους απέναντι σε δογματικούς αντι-εργατικούς Ρεπουμπλικάνους, όπως ο Jeff Flake του διάσημου νομοσχεδίου για την μετανάστευση, ''Gang of Eight'', δεν πρέπει να μας προξενεί έκπληξη.

Είναι αλήθεια ότι η εναντίωση των συνδικάτων στην μαζική μετανάστευση πολλές φορές συνδυάστηκε από ρατσισμό που κατά τις προηγούμενες εποχές ήταν διακριτός σε όλη την αμερικανική κοινωνία. Βέβαια, οι προσπάθειες των ελευθεριακών να βαφτίσουν τις συνδικαλιστικές οργανώσεις ''πραγματικούς ρατσιστές'' συγκαλύπτει το γεγονός ότι κατά την περίοδο ακμής τους, τα ίδια τα συνδικάτα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την ισχύ τους για να προωθήσουν εκστρατείες διεθνούς αλληλεγγύης με εργατικά κινήματα ανά τον κόσμο. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις αύξησαν τους μισθούς εκατομμυρίων μη λευκών ανθρώπων, ενώ η αποδυνάμωση των συνδικάτων σήμερα εκτιμάται ότι κοστίζει στους μαύρους Αμερικανούς 50 δολάρια την εβδομάδα[5].

Κατά την διάρκεια της νεοφιλελεύθερης επανάστασης του Ρήγκαν η δύναμη των συνδικάτων δέχθηκε ένα χτύπημα από το οποίο δεν ανέκαμψε ποτέ, ενώ οι μισθοί έχουν παραμείνει στάσιμοι εδώ και δεκαετίες. Κάτω από αυτή την τεράστια πίεση, η ίδια η Αριστερά έχει υποστεί ένα μετασχηματισμό. Λόγω της απουσίας ενός ισχυρού εργατικού κινήματος, έχει παραμείνει ριζοσπαστική στη σφαίρα του πολιτισμού και της ατομικής ελευθερίας, αλλά δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα περισσότερο από μερικές ξεδοντιασμένες διαμαρτυρίες και εκκλήσεις προς την ευγενική υποχρέωση (noblesse oblige) στη σφαίρα της οικονομίας.

Με τις κατάπτυστες εικόνες των χαμηλόμισθων μεταναστών που εκδιώχθηκαν σαν εγκληματίες από το Τελωνείο (ICE), των μεταναστών που πνίγονται στη Μεσόγειο και με την ανησυχητική αύξηση του αντι-μεταναστευτικού κλίματος σε όλο τον κόσμο, είναι εύκολο να καταλάβουμε γιατί η Αριστερά θέλει να υπερασπιστεί τους παράνομους μετανάστες ενάντια στην στόχευση και την θυματοποίηση. Και θα έπρεπε. Αλλά, αν και ενεργώντας υπό την σωστή ηθική ώθηση για να προασπίσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια των μεταναστών, η Αριστερά κατέληξε να τραβάει την πρώτη γραμμή υπεράσπισης και αποτελεσματικής προστασίας του ίδιου του εκμεταλλευτικού συστήματος της μετανάστευσης.

Οι σημερινοί καλοπροαίρετοι ακτιβιστές έχουν γίνει οι χρήσιμοι ηλίθιοι των μεγάλων επιχειρήσεων. Με την υιοθέτηση της γραμμής των ''ανοιχτών συνόρων'' - και ενός άγριου ηθικού απολυταρχισμού που θεωρεί οποιοδήποτε όριο στην μετανάστευση ως ένα ανείπωτο κακό - οποιαδήποτε κριτική του εκμεταλλευτικού συστήματος μαζικής μετανάστευσης απορρίπτεται ουσιαστικά ως βλασφημία. Ακόμα και αριστεροί πολιτικοί, όπως ο Bernie Sanders στις Ηνωμένες Πολιτείες και ο Jeremy Corbyn στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατηγορούνται για ''εθνικισμό'' από τους κριτικούς όταν αναγνωρίζουν την νομιμότητα στην ύπαρξη συνόρων ή βρίσκουν λογικό τον περιορισμό της μετανάστευσης στο οποιοδήποτε σημείο. Αυτός ο ριζοσπαστισμός των ανοιχτών συνόρων τελικά ωφελεί τις ελίτ στις πιο ισχυρές χώρες του κόσμου, αποδυναμώνει περαιτέρω την οργανωμένη εργασία, ληστεύει τον αναπτυσσόμενο κόσμο που χρειάζεται απελπισμένα επαγγελματίες, και στρέφει τους εργαζόμενους εναντίον εργαζομένων.

Αλλά η Αριστερά δεν χρειάζεται να πιστέψει τις δικές μου θέσεις. Αρκεί να ρωτήσει τον Καρλ Μαρξ, τον οποίο η σύγχρονη Αριστερά θα είχε απελάσει για τις θέσεις του πάνω στο μεταναστευτικό. Παρόλο που η μετανάστευση, με την σημερινή ταχύτητα και κλίμακα, θα ήταν αδιανόητη κατά την εποχή του Μαρξ, αυτός εξέφρασε μια εξαιρετική κριτική άποψη για τις συνέπειες της μετανάστευσης που εμφανίστηκε κατά τον δέκατο ένατο αιώνα. Σε επιστολή του προς δύο Αμερικανούς, ο Μαρξ υποστήριξε ότι η εισαγωγή χαμηλά αμοιβομένων Ιρλανδών μεταναστών στην Αγγλία θα τους οδηγούσε σε εχθρικό ανταγωνισμό με τους Άγγλους εργαζόμενους. Το είδε ως μέρος ενός συστήματος εκμετάλευσης, το οποίο διέτρεχε την εργατική τάξη και αποτελούσε επέκταση του αποικιακού συστήματος.

Έγραψε σχετικά: ''Λόγω της συνεχώς αυξανόμενης συγκέντρωσης των μισθώσεων, η Ιρλανδία στέλνει συνεχώς το δικό της εργατικό πλεόνασμα στην αγγλική αγορά εργασίας και συνεπώς μειώνει τους μισθούς υποβαθμίζοντας την υλική θέση και το ηθικό της αγγλικής εργατικής τάξης.

Και το πιο σημαντικό όλα! Κάθε βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο στην Αγγλία διαθέτει τώρα μια εργατική τάξη χωρισμένη σε δύο εχθρικά στρατόπεδα, Άγγλους προλετάριους και Ιρλανδούς προλετάριους. Ο μέσος Άγγλος εργάτης μισεί τον Ιρλανδό εργάτη ως τον ανταγωνιστή που μειώνει το επίπεδο ζωής του. Σε σχέση με τον Ιρλανδό εργαζόμενο θεωρεί τον εαυτό του μέλος του κυβερνώντος έθνους και κατά συνέπεια γίνεται εργαλείο των Άγγλων αριστοκρατών και καπιταλιστών κατά της Ιρλανδίας, ενισχύοντας έτσι την κυριαρχίας τους πάνω στον ίδιο τον ευατό του. Θρέφει θρησκευτικές, κοινωνικές και εθνικές προκαταλήψεις κατά του Ιρλανδού εργαζόμενου. Η στάση απέναντί του μοιάζει πολύ με αυτή των ''φτωχών λευκών'' απέναντι στους Νέγρους στις πρώην πολιτείες σκλάβων των ΗΠΑ. Ο Ιρλανδός με την σειρά του τον αποπληρώνει, και με τόκο μάλιστα. Βλέπει στον Άγγλο εργάτη τόσο το συνεργό, όσο και τον χρήσιμο ηλίθιο, εργαλείο των Άγγλων ηγεμόνων στην Ιρλανδία.

Αυτός ο ανταγωνισμός διατηρείται τεχνητά και εντατικοποιείται από τον Τύπο, τον άμβωνα, τα κόμικς, με λίγα λόγια, με όλα τα μέσα που έχουν στην διάθεσή τους οι άρχουσες τάξεις. Αυτός ο ανταγωνισμός είναι το μυστικό της ανικανότητας της αγγλικής εργατικής τάξης, παρά την οργάνωσή της. Είναι το μυστικό με το οποίο η καπιταλιστική τάξη διατηρεί την δύναμή της. Και αυτή η τελευταία έχει επίγνωση αυτού του γεγονότος''[6]. 

Ο Μαρξ συνέχισε να λέει ότι προτεραιότητα για την οργάνωση των εργατών στην Αγγλία ήταν ''να κατανοήσουν οι Άγγλοι εργάτες ότι για αυτούς η εθνική χειραφέτηση της Ιρλανδίας δεν είναι θέμα αφηρημένης δικαιοσύνης ή ανθρωπιστικού συναισθήματος, αλλά η πρώτη προϋπόθεση της δικής τους κοινωνικής χειραφέτησης''. Εδώ ο Μαρξ επισήμανε τον δρόμο προς μία προσέγγιση που σήμερα υπάρχει ελάχιστα. Η εισαγωγή χαμηλά αμειβόμενης εργασίας είναι ένα εργαλείο καταπίεσης που διαιρεί τους εργαζόμενους και ωφελεί όσους βρίσκονται στην εξουσία. Επομένως, η σωστή απάντηση δεν είναι η αφηρημένη ηθικολογία και το καλωσόρισμα όλων των μεταναστών, ως μια φανταστική πράξη φιλανθρωπίας, αλλά η αντιμετώπιση των αιτιών της μετανάστευσης που βρίσκεται στις σχέσεις μεταξύ των μεγάλων και ισχυρών οικονομιών με τις μικρότερες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, από τις οποίες μεταναστεύουν οι άνθρωποι.

Σημειώσεις:

[1] Ezra Klein, ''Bernie Sanders: The Vox Conversation,'' Vox, July 28, 2015.
[2] Jefrey Miron, ''Forget the Wall Already, It's Time for the U.S. to Have Open Borders,'' USA Today, July 31, 2018.
[3] Sam Bowman, ''Immigration Restrictions Make Us Poorer,'' Adam Smith Institute, April 13, 2011. 
[4] Grover G. Norquist, ''Samuel Gompers Versus Reagan,'' American Spectator, Sept.25, 2013.
[5] Bhaskar Sunkara, ''What's Your Solution to Fighting Sexism and Racism? Mine Is Unions,'' Guardian, Sept. 1, 2018.
[6] David L. Wilson, ''Marx on Immigration,'' Monthly Review, Feb. 1, 2017. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου